Blogger Widgets

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

Ο πολιτισμός χωρίς Θεό γίνεται εργαλείο υποδούλωσης

Πόσο εύκολα εξαπατήθηκε ο Έλληνας. Πόσο εύκολα έπεσα στην παγίδα. Έβλεπα κάθε ξένο για όμορφο και κάθε άκουσμα, που ερχόταν από άλλες χώρες, το είχα για πρωτότυπο. Θυμάμαι ακόμα και με τη λέξη κλοσάρ. Ήταν τόσο εύηχη στ’ αυτιά μου! Και εάν δεν με απατά η μνήμη μου, μέχρι και μάρκες προϊόντων είχαμε με αυτό το όνομα. Όταν όμως, έμαθα τι σημαίνει κλοσάρ, ταράχτηκα. Ο άστεγος, ο άπορος, ο ρακένδυτος είχε γίνει τίτλος και ήταν μία από τις κατηγορίες της κοινωνίας. Εγώ είχα μάθει να συμπονώ και να βοηθώ τον κλοσάρ να χάσει αυτόν τον τίτλο αλλά και να προσπαθώ να μην του μοιάσω, και όχι να τον φοράω ή να προφέρω με άνεση αυτήν την τόσο εύηχη λέξη, που σήμαινε μόνο δυστυχία.

Με τις διάφορες, λοιπόν, μοντέρνες θεωρίες και τα διάφορα καινούργια και σύγχρονα επιτεύγματα, που έρχονταν απ’ έξω, παραδοθήκαμε στον όμορφο και λαμπερό ξένο πολιτισμό, δίχως να ενδιαφερόμαστε να μάθουμε τι σημαίνουν τα εύηχα ακούσματα και τι υπάρχει πίσω από αυτή τη θαμπερή λαμπρότητα.
Μας θάμπωσε ο δυτικός πολιτισμός. Μας μάγεψε ο φράγκικος τρόπος ζωής. Και όλα αυτά τα πάθαμε διότι ξεχάσαμε τις ρίζες μας, ξεχάσαμε την πίστη μας και χάσαμε την επαφή με τα ιερά κείμενα, που τόσα χρόνια τώρα έτρεφαν και ξεδιψούσαν με την Αλήθεια όλους τους προγόνους μας.
Ξεχάσαμε τι λέει ο Λόγος του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη για τον ψεύτικο πολιτισμό του Κάιν. Ξεχάσαμε ότι οι άνθρωποι του Θεού θαμπώθηκαν κι εξαπατήθηκαν από αυτόν τον ψεύτικο πολιτισμό. Εάν είχαμε επαφή με όλα αυτά που ήξερε η αγράμματη γιαγιά μου, θα ξέραμε κι εμείς ότι ο Κάιν αντικατέστησε τον Θεό με τον θαμπερό πολιτισμό. Αντικατέστησε τον Θεό (στον Οποίο ηθελημένα κι εγωιστικά γύρισε την πλάτη) με τα αρχιτεκτονικά, μουσικά, καλλιτεχνικά κ.α. επιτεύγματα και με αυτά προσπαθούσε να γεμίσει την ψυχή του αλλά και να δείξει στους υπόλοιπους πόσο ‘μπροστά’ ήταν χωρίς να έχει ανάγκη την Θεία Πρόνοια. Και όλα αυτά θάμπωσαν τους υπόλοιπους που είχαν ακόμη επαφή με τον Θεό. Και δεν εκτίμησαν τον πολιτισμό που είχαν μέσα στην αγκαλιά του Θεού, παρά θαμπώθηκαν από τα υλικά και τα ψεύτικα. Τα πολύχρωμα και τα εύηχα.
Και μήπως αυτό δεν γίνεται μέχρι σήμερα; Πόσες φορές ο ψεύτικος πολιτισμός, δεν έγινε μοχλός και μέσο σαγήνευσης και τελικά υποδούλωσης ανθρώπων και λαών; Πόσες φορές δεν ήρθε ο ‘πολιτισμένος’ να ‘ελευθερώσει’ τον απολίτιστο (ακόμα και δια της βίας) και να του επιβάλλει τα δικά του συμφέροντα, τις δικές του ιδέες και τις δικές του θρησκείες;
Η αποικιοκρατική και τυραννική νοοτροπία των αρχόντων των δυτικών μας γειτόνων, επέβαλλε να απλώνουν χέρι σε όλους και σε όλα. Και πάντα βέβαια ο Φράγκος όταν ήθελε να πάρει, πλησίαζε τον άλλο με κίβδηλα και ψεύτικα. Έδινε χάντρες κι έπαιρνε χρυσάφι. Έδινε μπιχλιμπίδια κι έπαιρνε διαμάντια. Και τώρα δίνει πολιτισμό και τεχνολογία, και παίρνει ψυχή.
Ο Ρωμιός είχε στην ψυχή του τον σπόρο τού Λόγου τού Θεού. Και τον καλλιεργούσε, και τον αύξανε, και έφτιαχνε πολιτισμό αφάνταστα πολυτιμότερο από αυτόν της δύσης, αφού στα θεμέλιά του είχε την Ορθόδοξη πίστη. Πρώτα είχε πολιτισμό με τον θεό και μετά ερχόταν και ο υλικός πολιτισμός. Δεν μπορεί ο πιστός να κάνει ψεύτικο πολιτισμό, αφού έχει τον Αληθινό στην ψυχή του. Δεν μπορεί να κάνει πολιτισμό εμπλουτισμένο με κλοσάρ, αφού στην καρδιά του έχει γραμμένο το Νόμο του Θεού, που μιλάει για ελεημοσύνη και δεν έχει θέση στον πολιτισμό του η δυστυχία και η πείνα. Ο Ιουστινιανός δεν μπορούσε να ανεχθεί πολιτισμό με χλιδάτους μεγαλοκτηματίες και πεινασμένους μικροϊδιοκτήτες και γι’ αυτό επέβαλλε δικαιοσύνη υπέρ των φτωχών και αδυνάτων. Κι ας δυσαρεστήθηκαν οι πλούσιοι. Κι αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος που η Δύση δεν ανέχθηκε ποτέ το μεγαλείο της Ρωμαίικης ψυχής των αρχόντων της Ρωμανίας. Διότι ο πολιτισμός μας ήταν φτιαγμένος για τον άνθρωπο, αλλά χτισμένος επάνω στο Λόγο του Θεού.
Έτσι λοιπόν, αντί να συνεχίσουμε να καλλιεργούμε στην ψυχή μας τον σπόρο των προγόνων μας και να φτιάξουμε πολύτιμους κήπους και περβόλια, θαμπωθήκαμε από τα ψεύτικα και κίβδηλα παρτέρια των γειτόνων μας. Πειστήκαμε και πήραμε τα φάρμακά τους για να είναι πιο καθαροί, απ’ τα ζιζάνια, οι καρποί μας. Πειστήκαμε και πήραμε τα λιπάσματά τους, για να μεγαλώνουν πιο γρήγορα τα δέντρα μας και να δίνουν περισσότερους καρπούς. Κόψαμε με μιας τη σύνδεση με την Μία και Ζωοδόχο Πηγή της Ζωής κι εμπιστευθήκαμε την αύξηση των σπόρων μας στα τεχνητά κι ανθρώπινα. Στα εύηχα και θαμπερά. Και φτιάξαμε κι εμείς όμοιους κήπους και ίδια περβόλια με των άλλων. Μόνο που οι καρποί μάς είναι πλέον άνοστοι. Η σοδειά μας μοιάζει ξένη και ειν’ λειψή. Το χάδι των φύλλων στα κλωνιά είναι κρύο και τραχύ. Πού είναι οι δικοί μας καρποί; Πού πήγε η δική μας σοδειά; Που είναι τα δικά μας ζεστά κι αληθινά περβόλια;
Κι αντί να πετάξουμε τα ξένα φάρμακα και τα ξένα λιπάσματα και να τρέξουμε να συνδέσουμε πάλι την παροχή στην Πηγή, που ποτίζαμε τόσους και τόσους αιώνες τη γη της ψυχής μας, κοιτάμε να συνηθίσουμε τους άνοστους καρπούς. Προσπαθούμε να συνηθίσουμε το ξένο άγγιγμα των φύλλων. Λέμε και πείθουμε τα παιδιά μας ότι έτσι είναι οι κήποι και τα περβόλια. Πιέζουμε τους εαυτούς μας να δούμε το άσχημο όμορφο και το ψεύτικο αληθινό.
Μα αλήθεια, κι οι τρελοί αυτό δεν κάνουν; Κι οι σαλεμένοι αυτό δε φωνάζουν; Γι’ αυτό δεν τους κλείνουμε στα άσυλα; Επειδή το φέρσιμό τους είναι παλαβό και άρρωστο!
Μα μήπως κι εμείς τα ίδια δεν κάνουμε; Μήπως κι εμείς το ίδιο σαλεμένο φέρσιμο δεν έχουμε; Επομένως, ποια καλύτερη, απ’ το άσυλο, μοίρα μάς αξίζει ώσπου να έρθουμε στα συγκαλά μας;
Μ.Α

opougis.blogspot.com