Blogger Widgets

Δευτέρα 14 Μαΐου 2012

Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΤΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΟΠΑΙΔΩΝ ΕΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΚΤΟΣ ΕΛΛΑΔΑΣ



Παπαδοπούλου Γεωργίου

Φιλολόγου 

Ὁ Γέρων Παΐσιος εἶπε σχετικὰ μὲ τὴν ἐπιβαλλόμενη προσοχὴ ποὺ πρέπει νὰ μᾶς διακρίνει στὴν ἐπιλογὴ τῶν κυβερνητῶν μὲ ὀρθὰ πολιτικὰ κριτήρια: «Εἶναι ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη προβολῆς ἑνὸς ἰδανικοῦ προτύπου, πρὸς μίμηση γιὰ τοὺς πολιτικοὺς ἡγέτες ἀλλὰ καὶ γιὰ ὑποβοήθηση τοῦ λαοῦ»…. 

Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε στὶς 31/1/1776 στὴν Κέρκυρα καὶ ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ ἐννιὰ παιδιὰ μιᾶς πολυμελοῦς οἰκογένειας. Πατέρας του ἦταν ὁ ξακουστὸς δικηγόρος τοῦ νησιοῦ Ἀντώνιος-Μαρίας Καποδίστριας. Μητέρα του ἦταν ἡ Διαμαντίνα Γονέμη, θυγατέρα τοῦ κόμη καὶ γιατροῦ Χριστοδούλου Γονέμη ἀπὸ τὴν Κύπρο.

Ἔλαβε τὴν ἐγκύκλια παιδεία στὸ νησί του καὶ μετὰ πῆγε στὴν Padova τῆς Ἰταλίας ὅπου σπούδασε κυρίως ἰατρική, ἀλλὰ καὶ φιλοσοφία καὶ νομική.

Ἄσκησε ἀρχικὰ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ γιατροῦ προσφέροντας τὶς ὑπηρεσίες του ἐξίσου σὲ φτωχοὺς καὶ πλούσιους, ἀφιλοκερδῶς καὶ μὲ προθυμία, γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκαλοῦσαν τὸν γιατρὸ Καποδίστρια ‘’παρήγορον ἰατρόν, εὐεργέτην πατέρα’’.

Ἡ ἀναγνώριση ὅμως στὶς 21 Μαρτίου 1800 τῆς ‘’ ἀνεξαρτησίας τῆς Ἑπτανησιακῆς Δημοκρατίας’’, θὰ ἀνοίξει τὸν πλατὺ καὶ συνάμα τραχὺ δρόμο τῆς διπλωματικῆς καὶ πολιτικῆς διαδρομῆς του.

Γόνος ἀριστοκρατικῆς οἰκογένειας μεγάλωσε καὶ ἀνατράφηκε σὲ ἀριστοκρατικὸ περιβάλλον, ἀλλὰ ἐνστερνίσθηκε φιλεύθερες καὶ δημοκρατικὲς ἰδέες. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τοὺς διπλωματικοὺς ἀγῶνες πού ἔδωσε, ὄντας ὑπουργὸς ἐξωτερικῶν μιᾶς πολὺ ἰσχυρῆς γιὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη δύναμης, τῆς Ρωσίας, γιὰ ἀρχὲς καὶ ἀξίες ὅπως εἶναι ἡ ἐλευθερία, δημοκρατία, ἰσότητα, αὐτοδιάθεση καὶ αὐτονομία τῶν μικρῶν λαῶν – κρατῶν. Εἶναι ὁ πρῶτος πού ὁραματίστηκε τὴν Ἑνωμένη Εὐρώπη.

Ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας ἔθεσε δυὸ βασικοὺς στόχους, δυὸ ἐξίσου σπουδαίους σκοπούς, καὶ πάλεψε γιὰ νὰ τοὺς ἐπιτύχει ἀγωνιζόμενος διπλωματικὰ καὶ προσφέροντας γιὰ τὴν εὐόδωσή τους ὅλη του τὴν περιουσία καὶ τό μισθό του, ἀκόμα καὶ τὴν ἴδια του τὴ ζωή.

Οἱ δυὸ βασικοὶ ἄξονες-στόχοι τῆς πολιτικῆς καὶ διπλωματικῆς δραστηριότητας πού ἔστρεψε ὅλη του τὴν προσοχὴ γιὰ τὴν ἐπίτευξή τους ἦταν:

α) ἡ ἀνεξαρτησία καὶ ἡ ἐπιβίωση τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους

β) ἡ μόρφωση ὅλων τῶν Ἑλληνοπαίδων ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδας.

Ὁ πρῶτος βασικὸς ἄξονας ἐπιτεύχθη καὶ ἐξυπηρετήθηκε μέσα ἀπὸ τοὺς διπλωματικοὺς ἀγῶνες στὰ Εὐρωπαϊκὰ συνέδρια ὡς Ὑπουργὸς τῶν Ἐξωτερικῶν τῆς Ρωσίας, θέση πού τοῦ εἶχε ἐμπιστευθεῖ γιὰ τὶς ἐξαιρετικές του ἱκανότητες ὁ τσάρος τῆς Ρωσίας Ἀλέξανδρος, ἐνάντια στὴν ἐχθρότητα πού ἐκπροσωποῦσε κυρίως ὁ Μάττερνιχ,

Ὁ ἄλλος βασικὸς ἄξονας τοῦ Καποδίστρια ἦταν ἡ μόρφωση ὅλων τῶν Ἑλληνοπαίδων ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδας, πού τὸν ἀπασχόλησε ἀπὸ τὴν ἀρχή, πρὶν ἀκόμη γίνει Κυβερνήτης τῆς Ἑλλάδας, γιατί πίστευε πώς δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ ἐλευθερία τῶν Ἑλλήνων ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγὸ ἂν πρῶτα δὲν προετοίμαζαν μιὰ κατάσταση πνευματικῆς ἐλευθερίας. Πίστευε πώς οἱ φιλελεύθερες ἰδέες, ἐὰν δὲν ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου, παραμένουν ἀφηρημένες ἔννοιες, πού εἴτε δὲν φέρνουν κανένα ἀποτέλεσμα εἴτε παραμένουν τὸ ὄργανο τῆς φιλοδοξίας καὶ τοῦ προσωπικοῦ συμφέροντος. Ἂν δὲν προηγηθεῖ ἡ πνευματικὴ ἐλευθερία, ἔλεγε, θὰ κινδυνεύσει ὁ ἑλληνικὸς λαὸς ὕστερα ἀπὸ τόσα χρόνια σκλαβιᾶς, ἐξ αἰτίας τῆς ἀπαιδευσίας του, νὰ γίνει θύμα δημαγωγῶν. Σὲ ἐπιστολές του πού ἀποστέλλει μὲ τὴ μορφὴ τοῦ κατεπείγοντος πρὸς τὸν γιατρὸ Τυπάλδο, πού διέμενε στὴν Κρακοβία, καὶ στὸν Ἀνδρέα Μουστοξύδη στὴ Ἑνετία (Βερολίνο 27 Ἰουλίου 1827) ἐκφράζει τὴν ἀνησυχία του γιὰ τὴν ἀποεθνοποίηση τοῦ Γένους. Πίστευε ἀκράδαντα ὅτι «οἱ Ἕλληνες ἔπρεπε πρῶτα νὰ μορφωθοῦν καὶ ἔπειτα νὰ ἱδρυθεῖ Ἑλλάς.»

Ἡ μόρφωση τῶν νέων τῆς Ἑλλάδας ἦταν γιὰ τὸν Κυβερνήτη ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη, πρώτη προτεραιότητα. Ἔλεγε συγκεκριμένα: «Ὁ πλέον πολύτιμος θησαυρὸς ὅπου ἔχει ἡ πατρὶς εἶναι οἱ νέοι, τῶν ὁποίων ἡ καλὴ ἀγωγὴ θέλει εἶναι ἡ γωνιαία πέτρα τῆς τιμῆς καὶ τῆς εὐτυχίας τοῦ γένους μας». Ἀπευθυνόμενος πρὸς τὴν Δ΄ Ἐθνοσυνέλευση στὸ Ἄργος (13 Ἰουλίου 1829) ἔγραφε: «Ἀφ΄ ὅτου ἤρθαμε στὴν Ἑλλάδα ἀσχοληθήκαμε μὲ τὸν μεγάλο ἀριθμὸ τῶν Ἑλληνοπαίδων».

«Πῶς θὰ συνθέσωμεν τὸ Ἔθνος;» διερωτόταν, ἐκφράζοντας τὸ μεγάλο του ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ παιδιά, πού, βεβαίως, πήγαζε ἀπὸ τὴ μεγάλη του ἀγάπη γιὰ τὸ Ἔθνος. Ἤθελε νὰ προφυλάξει τὰ ἑλληνόπουλα ἀπὸ τὶς κακοτοπιὲς τῆς ξενιτιᾶς, τῆς ἀνέχειας, τῆς ἐκμετάλλευσης, τῆς διαφθορᾶς, τοῦ ὑλισμοῦ καὶ τῆς ἀθεΐας, καθὼς καὶ ἀπὸ τὶς αἱρέσεις τοῦ παπισμοῦ καὶ τοῦ προτεσταντισμοῦ.

Θεωροῦσε τοὺς νέους ὡς ἐκείνους πού θὰ κατοικοῦσαν, θὰ διοικοῦσαν καὶ θὰ ἐκπροσωποῦσαν πολιτικά, στρατιωτικὰ καὶ διπλωματικὰ τὸ κράτος πού θὰ ὀνομαζόταν Ἑλλάδα. Πίστευε ὅτι προστατεύοντας τὰ παιδιά, προστάτευε τὰ θεμέλια του Ἔθνους καὶ ἐξασφάλιζε τὴν ἱστορική του συνέχεια.

Ὁ κίνδυνος ποὺ διέτρεχαν τὰ διασκορπισμένα σὲ κάθε γωνιὰ τῆς Εὐρώπης Ἑλληνόπουλα νὰ χαθοῦν γιὰ πάντα γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἦταν αὐτὸς ποὺ τροφοδοτοῦσε τὴν προσπάθεια τοῦ Καποδίστρια γιὰ ὀργάνωση τῆς παιδείας.: Σὲ ἐπιστολές του πρὸς τὸν Τυπάλδο γράφει σχετικὰ γιὰ τὰ διασκορπισμένα στὴν Εὐρώπη Ἑλληνόπουλα ποὺ κινδύνευαν:

«…ἄλλα μὲν ἀπὸ τὴν ξένη φιλανθρωπία διατρεφόμενα…ἄλλα δὲ ἀψώμιστα ριγμένα στοὺς κινδύνους τῆς ἀθλιότητας καὶ διαφθορᾶς, χάνονται, ἄξια τῶν δικῶν σου καὶ τῶν δικῶν μου δακρύων».

«Χωρὶς πίστιν εἰς τὸν Θεόν, ἀγάπη πρὸς τὴν πατρίδα των καὶ διατήρησιν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης χάνονται ἐν τῇ ξένῃ οἱ Ἑλληνόπαιδες».

Τὴν ἀγωνία του γιὰ τοὺς Ἑλληνόπαιδες «τὸ ροδόχρουν ὄνειρό του» ὅπως τοὺς χαρακτηρίζει, τὴν ἐκφράζει καὶ στὴν πιστή του φίλη Ρωξάνδρα Στούρτζα, ποὺ συνδεόταν μὲ τὸ περιβάλλον τοῦ τσάρου. Ἀρχικὰ συμπαρίσταται ἠθικὰ καὶ στὴ συνέχεια ἐμπράκτως, ἀναλαμβάνοντας ἡ ἴδια τὴν περίθαλψη τῶν παιδιῶν τῶν ἑλλήνων μεταναστῶν στὴ Ρωσία καὶ στὴ Γερμανία. Γράφει, λοιπόν, στὸ ἡμερολόγιό της: «…Ὅταν μοῦ μιλοῦσες γιὰ τὰ παιδιὰ τῆς πατρίδας μας, τὰ Ἑλληνόπουλα, ἢ γιὰ τὸ λαό της, πού τοὺς βασάνιζαν οἱ Τοῦρκοι, μὲ τὴν ἀνοχὴ καὶ τὴν ἐπιδοκιμασία τῶν Ἄγγλων καὶ Αὐστριακῶν καὶ τῶν Γάλλων, τὰ ὡραῖα μάτια σου θόλωναν ἀπὸ δάκρυα καὶ ἡ θεσπέσια φωνή σου ἔπαιρνε δραματικοὺς τόνους».

Ἡ ἴδια μαρτυρεῖ «Δώσαμε τὰ χέρια καὶ ὑποσχεθήκαμε στὸ Θεὸ ὅτι θὰ συνεχίσουμε νὰ ἀγωνιζόμαστε γιὰ τοὺς δυὸ μεγάλους σκοποὺς τῆς ζωῆς μας: τὴ μόρφωση τῶν Ἑλληνοπαίδων καὶ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Πατρίδας μας τῆς Ἑλλάδος!» Ἡ πρόταξη ‘’τῆς μόρφωσης τῶν Ἐλληνοπαίδων’’ ἔναντι τῆς ‘’ἀπελευθέρωσης τῆς Πατρίδας’’ εἶναι ἀξιολογικὴ καὶ ἀπολύπτει τὴ βαθιὰ πίστη τοῦ Καποδίστρια πώς δὲν μπορεῖ ἕνα Ἔθνος νὰ ἀπελευθερωθεῖ καὶ νὰ παραμείνει ἐλεύθερο ἂν δὲν προηγηθεῖ ἡ πνευματική του ἀναγέννηση.

Ἀπευθυνόμενος πρὸς τὸν Κοραῆ τοῦ ἐκφράζει τὴν ἐπιθυμία του γιὰ τὰ Ἑλληνόπουλα τοῦ ἐξωτερικοῦ: «Κρίνω ἀναγκαιότατο νὰ συλλέξουμε καὶ νὰ ἐπαναφέρουμε στὴν Ἑλλάδα τοὺς νέους Ἕλληνας πού μὲ πρόφαση τὴ μάθηση διαφθείρονται στὴν Εὐρώπη, ἀλλὰ ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ οἰκήματα γιὰ νὰ τοὺς βάλουμε». Ἐπιπλέον τὸν παρακαλεῖ νὰ στείλει ὅσο πιὸ πολλὰ βιβλία μπορεῖ.



Ἀποκαμωμένος ἀπὸ τὰ βάσανα καὶ τὴ διπλωματία, κλίνοντας τὴν ἐπιστολή του πρὸς τὸν Ἀνδρέα Μουστοξύδη, ἐξομολογεῖται: «Ἡ μόνη μου ἀνακούφιση καὶ χαρὰ εἶναι τὸ ν΄ ἀπασχολοῦμαι μὲ τὰ παιδιὰ καὶ τὰ σχολεῖα». Τοῦ παραγγέλλει: «Σπούδασον νὰ μὲ προμηθεύσεις ὅσο γίνεται πιὸ γρήγορα κατάλογο ὅλων τῶν παιδιῶν ἀρσενικῶν καὶ θηλυκῶν τὰ ὁποῖα οἱ καταστροφὲς πού συνέβησαν στὴν Ἑλλάδα τὰ ἔριξαν στὰ λιμάνια τοῦ Ἀδριατικοῦ, Ἑνετία, Τεργέστη, Φιούμη καὶ Ἀγκώνα».

Ἀπευθύνεται στοὺς Ἕλληνες τῆς διασπορᾶς γιὰ νὰ βοηθήσουν οἰκονομικὰ τὸν ἀγώνα λέγοντάς τους «Σῶστε τὴν Ἑλλάδα» καὶ «τὰ Ἑλληνόπουλα τῆς προσφυγιᾶς πού ἀνέστια καὶ ἀλίμενα περιπλανοῦνταν στὴν Εὐρώπη καὶ κινδύνευαν ν΄ ἀφομοιωθοῦν στὶς ξένες πατρίδες.»

Ἐξαιρετικὰ συγκινητικὸ εἶναι τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὰ παιδιὰ τῶν ἀγωνιστῶν, πού ἔδωσαν ὅλη τους τὴν περιουσία ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὴν ἴδια τὴ ζωή τους γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς πατρίδας τους, τῆς Ἑλλάδας. Μὲ τὰ χρήματα δὲ πού συγκέντρωνε ἵδρυε σχολεῖα καὶ ἐκκλησίες ὡς ἄλλος Πατροκοσμᾶς. Πολλὰ ὀρφανὰ παιδιὰ ἀγωνιστῶν, ὅπως τὸν Δημήτρη Μπότσαρη, γιὸ τοῦ ἒνδοξου ἀγωνιστῆ Μάρκου Μπότσαρη, τὰ σπούδασε μὲ δικά του χρήματα, παρακολουθώντας ὁ ἴδιος προσωπικὰ τὴν πρόοδό τους στὶς σπουδές.

Ἀνάμεσα στὰ ἄλλα Ἑλληνόπουλα πού εἶχε ἀναλάβει νὰ φροντίσει ἡ φιλελληνικὴ Ἐπιτροπὴ στὸ Παρίσι ἦταν καὶ τὰ παιδιὰ γνωστῶν ἀγωνιστῶν καὶ ἡρώων, ὅπως τοῦ Κανάρη, τοῦ Τσαμαδοῦ, τοῦ Βισβίζη, τοῦ Νέγρη, τοῦ Μαυρομιχάλη κ.α.. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅμως ὅτι ὁ Καποδίστριας δολοφονεῖται ἀπὸ μέλη τῆς οἰκογένειας Μαυρομιχάλη.

Φρόντισε τὰ παιδιὰ τῶν ἀγωνιστῶν νὰ σπουδάσουν στὰ σχολεῖα τῆς Εὐρώπης. Αὐτὸ τὸ ἔκανε γιὰ νὰ δείξει τὴν εὐγνωμοσύνη του πρὸς τοὺς ἀγωνιστὲς πού ἔδωσαν τὰ πάντα γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδας.

Ὅμως, τὸν καιρὸ πού ἀνέλαβε τὴ διοίκηση τῆς Ἑλλάδας, ἡ γενικότερη κατάσταση τῆς χώρας ἀλλὰ καὶ εἰδικότερα ἡ οἰκονομικὴ ἦταν ἄθλια. Θεωροῦσε ὅτι ἡ ἔλλειψη χρημάτων δὲν τοῦ ἔδινε τὴ δυνατότητα νὰ χτίσει σχολεῖα γιὰ νὰ μορφώσει τοὺς νέους της ἀναγεννημένης ἀπὸ τὴν τέφρα Ἑλλάδας. Δὲν ὑπῆρχε ὑλικοτεχνικὴ ὑποδομή, οὔτε χρήματα, οὔτε βιβλία, οὔτε ἐποπτικὰ μέσα, οὔτε μποροῦσε νὰ διαθέσει μισθοὺς γιὰ τοὺς δασκάλους.

Ὁ βαβαρὸς καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Μονάχου στὸ βιβλίο του «Ἡ Ἑλλάδα τοῦ Καποδίστρια» γράφει: «Ἡ χώρα, ὅση εἶχε ἀπελευθερωθεῖ ὡς ἐκείνη τὴ στιγμή, ἒμοιαζε μ΄ ἕνα σωρὸ ἐρείπια πού καπνίζουν ὕστερα ἀπὸ μιὰ καταστρεπτικὴ πυρκαγιά. …Κράτος δηλαδὴ καὶ στὴν ὑποτυπώδη του ἔννοια δὲν ὑπῆρχε».

Παρὰ τὶς οἰκονομικὲς δυσκολίες ὅμως ὁ Καποδίστριας μὲ τὴ βοήθεια ποὺ ἀναζητεῖ παντοῦ, ἀλλὰ καταβάλλοντας καὶ τὸ δικό του μισθό, κρατώντας γιὰ τὸν ἑαυτὸ του τόσα μόνον ὅσα τοῦ ἐξασφάλιζαν μία πολὺ λιτὴ ζωή, χτίζει σχολεῖα, ὀρθόδοξες ἐκκλησίες, ὅπου ὑπάρχουν Ἑλληνόπουλα στὴν Εὐρώπη, καὶ ἀναζητᾶ γιὰ νὰ τὰ ἐπανδρώσει μὲ δασκάλους πού νὰ ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὰ ἑλληνοχριστιανικὰ ἰδεώδη.

Ὀργάνωσε τὴν παιδεία στοὺς δυὸ ἄξονες: Χριστὸς καὶ Ἑλλάδα, γιατί ὁ Καποδίστριας ἦταν ὑπέρμαχος τῆς ἑλληνοχριστιανικῆς παράδοσης. Στὸ ὑπόμνημά του μὲ θέμα «Μέσα βελτίωσης τῶν Ἑλλήνων» ἐμπεριέχονται οἱ ἰδέες του γιὰ τὴν παιδεία. Ἡ ἐλευθερία, ἔλεγε, μπορεῖ νὰ εἶναι εὐεργετική, μόνο ἂν ἐμφορεῖται ἀπὸ τὶς ἀλήθειες τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀλλιῶς καταντᾶ δυναστικὴ ἀγχόνη πού καταπνίγει τὴν ἀλήθεια καὶ τὴ δικαιοσύνη.

Ἐπὶ ἐποχῆς Καποδίστρια ἡ παιδεία δὲν ἀποτελοῦσε προνόμιο τῶν λίγων, ἀφοῦ προσφερόταν δωρεὰν σὲ ὅλους, χωρὶς νὰ λαμβάνεται ὑπόψη τὸ φύλο, ἡ κοινωνικὴ θέση, ἐνῷ γιὰ πρώτη φορὰ γινόταν ἡ μόρφωση ὑποχρεωτική.

Βέβαια, οἱ ἀντίπαλοί του θέλοντας νὰ μειώσουν τὸ ἔργο του καὶ τὸν ἴδιο, τὸν κατηγόρησαν ὡς «φωτοσβέστη». Ἡ κατηγορία ὅμως αὐτὴ ἦταν τόσο ἀβάσιμη ὅσο καὶ ἄδικη, ἀφοῦ ὁ Καποδίστριας ἀναλώθηκε ὅσο ἐλάχιστοι σὲ θέματα παιδείας.

Ἡ μεγάλη ἀγάπη καὶ φροντίδα τοῦ Καποδίστρια γιὰ τοὺς Ἑλληνόπαιδες ἀντανακλῶνται καὶ στὶς συγκλονιστικὲς ἐπιστολὲς τῶν μικρῶν μαθητῶν πού ἔζησαν ἀπὸ πολὺ κοντὰ τὸ πατρικό του ἄγγιγμα. Σὲ μιὰ ἀπὸ αὐτὲς ἀναγράφεται: «Ἀγαπημένε μας, τρυφερὲ Πατέρα! Μὲ τὸ θάνατό σου σκοτείνιασαν ὅλα γύρω μας. Τὰ λουλούδια μαράθηκαν. Τὰ πουλιὰ σώπασαν. Ὅλα βουβάθηκαν ἀπὸ τὶς δικές μας παιδικὲς καὶ νεανικὲς κραυγές, πού τὶς στέλνουμε στὸν οὐρανό, μαζὶ μὲ τοὺς λυγμούς μας. Ἐκεῖνοι πού σὲ σκότωσαν θὰ εἶναι γιὰ πάντα καταραραμένοι. Γιατί σκότωσαν τὴν ἐλπίδα μας. Σκότωσαν τὴν παρηγοριά μας. Τὴ δύναμη. Τὸ φῶς γιὰ ἕνα καλύτερο αὔριο. Γιατί σκότωσαν Ἐσένα, ἀγαπημένε μας Κυβερνήτη-Πατέρα!».

Οἱ νέοι προσβλέποντας στὸ πρόσωπό του καὶ ἀναγνωρίζοντας τοὺς ἀγῶνες του γιὰ τὴν πατρίδα καὶ τοὺς ἴδιους τὸν ὑποδέχονται στὶς 6/18 Ἰανουαρίου στὸ Ναύπλιο ἔχοντας στολισμένα τὰ μέτωπά τους μὲ δάφνες καὶ προσφέροντας συμβολικὰ στὸν Κυβερνήτη ἕνα στεφάνι ἐλιᾶς. Ἡ παρουσία τοῦ Καποδίστρια ἐνέπνεε σεβασμὸ καὶ ἐμπιστοσύνη, ἐνθουσιασμὸ ἀλλὰ καὶ ἐλπίδα.

Ὅμως παρόλη τὴ μεγάλη προσφορά του σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα ὁ Κυβερνήτης Καποδίστριας ἀντιμετώπισε τὴν ἐχθρότητα καὶ τὸ μίσος τῶν ‘’ἀδελφῶν’’ μέσα στὸ ἴδιο τὸ νεοσύστατο κράτος. Τὸν μίσησαν, τὸν ὑπονόμευσαν καὶ τελικὰ τὸν δολοφόνησαν ἐκεῖνοι πού ἤθελαν νὰ γίνουν τύραννοι τῶν ἴδιων τῶν Ἑλλήνων διώχνοντας τοὺς Τούρκους τυράννους, ἐκεῖνοι ποῦ ἤθελαν νὰ μὴν χάσουν τὰ προνόμια πού εἶχαν καὶ ἐπὶ τουρκοκρατίας καὶ ἐκεῖνοι πού ἤθελαν νὰ ἐξαργυρώσουν ἀκριβὰ τὴ συμμετοχὴ καὶ τὴ συμβολή τους στὸν ἀγώνα τῆς ἀνεξαρτησίας τῆς Ἑλλάδας.

Ἡ ἀπήχηση τῆς δολοφονίας τοῦ Καποδίστρια ξεπέρασε τὰ περιορισμένα σύνορα τοῦ νεοσύστατου Ἑλληινικοῦ Ἔθνους. Ὁ μεγάλος Γερμανὸς ποιητὴς Γκαῖτε πληροφορούμενος τὸν θάνατό του θὰ πεῖ χαρακτηριστικά: «Ἀπὸ σήμερα παύω νὰ εἶμαι φιλέλληνας».

Ὁ ἀείμνηστος φιλόσοφος καὶ πολιτικὸς Κωνσταντῖνος Τσάτσος σημειώνει: «Ἂν κυβερνοῦσε τὴν Ἑλλάδα ὁ Καποδίστριας μερικὰ χρόνια ἀκόμα – ὅταν πέθανε δὲν ἦταν οὔτε 56 ἐτῶν – θὰ ἦταν ἄλλη ἡ μοίρα τοῦ τόπου καὶ πολλὰ δεινὰ ποῦ ἀκολούθησαν θὰ εἶχαν ἀποτραπεῖ. Ἴσως λίγοι τότε νὰ ἦταν σὲ θέση νὰ ἀναμετρήσουν τὸ μέγεθος τῆς ἐθνικῆς συμφορᾶς. Μόνο ἡ ἀπόσταση μᾶς ἐπιτρέπει νὰ τὴ δοῦμε σήμερα ὁλόκληρη, σὲ ὅλες της τὶς συνέπειες».

Ὁ Γέρων Παΐσιος εἶπε σχετικὰ μὲ τὴν ἐπιβαλλόμενη προσοχὴ ποὺ πρέπει νὰ μᾶς διακρίνει στὴν ἐπιλογὴ τῶν κυβερνητῶν μὲ ὀρθὰ πολιτικὰ κριτήρια: «Εἶναι ἐπιτακτικὴ ἡ ἀνάγκη προβολῆς ἑνὸς ἰδανικοῦ προτύπου, πρὸς μίμηση γιὰ τοὺς πολιτικοὺς ἡγέτες ἀλλὰ καὶ γιὰ ὑποβοήθηση τοῦ λαοῦ»….

΄΄Ἀπολαμβάνοντας΄΄ σήμερα τὶς τραγικὲς συνέπειες τῆς ἄδικης δολοφονίας τοῦ Κυβερνήτη Ἰωάννη Καποδίστρια, ἲσως εἶναι καιρός νά μελετήσουμε μέ τή δέουσα προσοχή τόσο τόν ΄΄Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια΄΄ ὃσο καί τὸ ἔργο ποὺ ἄφησε πίσω του.